Σημείωμα Μίλτου Ζάννου για το ταξίδι και τη διαμονή του στους Grohmann στη Σέριφο, Σέριφος 1906; 3
- NPAN FO 03-SF 02-SE 002-FI 001-IT 0001-PA 003
Part of Ζάννος Ιωάννης του Κωνσταντίνου Κωνσταντινίδη, οικογένεια
μέσα εις τα δένδρα, συγχρόνως δε ήρχισε και να πνέη σφοδρότατος άνεμος και κύματα πελώρια να κτυπούν τας πλευράς του κακομοίρη του Αετού έως την μέσην του δρόμου μεταξύ Σύρου και Σερίφου ήμην εντελώς καλά και έβλεπον μακράν την Κέαν, την Κύθνον, την Σύρον, την Τήνον, την Πάρον, την Μήλον, την Κίμωλον, την Σίφνον, την Σέριφον και την Βελβινα (Άγιος Γεώργος), αλλ’ εξαίφνης έπεσεν εντελώς ο άνεμος, πολύ κακό αυτό, αλλά ευτυχώς δεν έπεσαν τα κύματα, τα οποία τουναντίον έγιναν δυνατότερα και ζέστη φοβερά ήρχισε να μας καίη. Με όλην μου το κουράγιον και με όλας μου τας ελπίδας να μη με πειράξη εκ νέου η θάλασσα, δεν ηδυνήθην να μείνω εώς το τέλος καλά, και ηναγκάσθην μετ’ ολίγον να κατέλθω με την βοήθειαν του ευγενέστατου αυτού νέου του οποίου δεν γνωρίζω το όνομα, κάτω εις μίαν μεγάλην κάμαραν όπου υπήρχαν πολλαί κλίναι πλήρεις εκτός μίας ήτις ανήκεν εις τον νέον τούτον από ασθενείς. Είχον κάνει την ανοησίαν να μη κρατήσω κλίνην, ως εκ τούτου και εγώ δεν ηξεύρω τι θα έκαμναεάν ο περιποιητικότατος φίλος μου δεν μου έδιδε την ιδικήν του.
Πώς να σας περιγράψω τι εγένετο μέσα εις αυτήν την κάμαραν όπου είσαν πλαγιασμένοι μία κυρία, δυό κορίτσια και κάμποσα αγόρια. Όλους τους επείραξεν η θάλασσα μηδ’ εμού εξαιρουμένου εκτός ενός όστις ήτο απέναντι μου επάνω και εδιάβαζε με όλην του την ησυχίαν εφημερίδαν. Κάτωθεν αυτού ήτο ένα αγόρι, το οποίον εστέναζε ακαταπαύστος εφώναζε την μαμμάν του, εζητούσε βοήθεια από την Παναγίαν και τον Χριστόν και απήλπιζε και εμέ. Η τυρρανία αύτη διήρκεσε μιάμισιν ώραν, οπότε εσηκώθηκα επειδή εκουνούσε πολύ ολιγότερον και επήγα επάνω εις την γέφυραν. Ο άνεμος είχεν εκ νέου να πνέη φοβερός. Είχομεν πλέον πλησιάση, μετ’ ολίγον επεράσαμεν πλησίον ενός μικρού νησιού Βόδι ονομαζόμενου και κατόπιν εις τας 12 και ¼ εισήλθομεν εις τον λιμένα της Σερίφου.